εφιαλτικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
εφιαλτικά < εφιαλτικός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
εφιαλτικά
Μεταφράσεις επεξεργασία
εφιαλτικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
εφιαλτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εφιαλτικό