επιφυλακτικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
επιφυλακτικά < επιφυλακτικός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
επιφυλακτικά
Μεταφράσεις επεξεργασία
επιφυλακτικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
επιφυλακτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του επιφυλακτικό