επινοήσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαεπινοήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επινοώ
- θα επινοήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επινοώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαεπινοήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του επινόηση