επιδέχομαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- επιδέχομαι < αρχαία ελληνική ἐπιδέχομαι
Ρήμα
επεξεργασίαεπιδέχομαι
- Μπορώ να δεχτώ μια ενέργεια
- το σχέδιο επιδέχεται βελτίωση
Συγγενικά
επεξεργασία- επιδεκτικός
- → δείτε τη λέξη δέχομαι
Σημειώσεις
επεξεργασία- συντάσσεται με αντικείμενο σε πτώση αιτιατική