εξυπηρετήσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαεξυπηρετήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εξυπηρετώ
- θα εξυπηρετήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εξυπηρετώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαεξυπηρετήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εξυπηρέτηση