εν αποστρατεία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εν αποστρατεία < (καθαρεύουσα ) ἐν ἀποστρατείᾳ (δοτική του ἀποστρατεία) → δείτε τις λέξεις εν και αποστρατεία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Έκφραση
επεξεργασίαεν αποστρατεία
- (στρατιωτικός όρος) σε αποστρατεία, απόστρατος
- ⮡ συνταγματάρχης εν αποστρατεία,
Αντώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία εν αποστρατεία
|