Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εμβρυακά < εμβρυακ(ός) +

  Επίρρημα επεξεργασία

εμβρυακά

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

εμβρυακά