εκατέρωθεν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εκατέρωθεν < αρχαία ελληνική ἑκατέρωθεν < ἑκάτερος + -θεν
Επίρρημα
επεξεργασίαεκατέρωθεν
- και από το ένα και από το άλλο μέρος, δηλαδή και από τις δύο μεριές
- μεγάλη ένταση επικρατούσε ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα και ύβρεις ανταλλάχθηκαν εκατέρωθεν
Συνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΣημειώσεις
επεξεργασία- η διαφορά τού αμφοτέρωθεν από το εκατέρωθεν είναι ότι στο πρώτο συμβαίνει κάτι και από τα δύο μαζί, από κοινού, ενώ στο δεύτερο και από τα δύο μαζί αλλά χωριστά από το καθένα.
Μεταφράσεις
επεξεργασία εκατέρωθεν