Ετυμολογία

επεξεργασία
δότομος < λείπει η ετυμολογία

  Επίθετο

επεξεργασία

δότομος

  1. (για ανθρώπους και ζώα) ενήλικος
    ※  16ος/17ος αιώνας Βαρούχας, Μανόλης. Νοταριακές πράξεις, Μοναστηράκι Αμαρίου (1597‑1613) (επιμ.) Bakker W.F. - Gemert Arnold F.van, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ρέθυμνο, 1987, αριθμός 8, Παραχώρηση ακινήτων από τον έναν εμφυτευτή στον άλλο, στίχ. 10 (8-11), σελ. 30 @anemi.lib.uoc.gr στην πρωτότυπη γραφή τους.
    Καὶ διὰτί ῆναι ὁ θάνατος πάν|τα τζι ζοντανοὺς, θέλουν καὶ οἱ δίο, ὁ πίος εἶθελεν ἀποτίχει ὁμπρός, να κρατί εκήνος ὁπου ζῆ | τὸ μερτικὸν τοῦ αλοῦ, ὁστε νά ʼρθου τα παιδία του δότομα να γοβερνάρου το λεγόμενο μίλο τον εμι|σό·
    ※  16ος/17ος αιώνας Βαρούχας, Μανόλης. Νοταριακές πράξεις, Μοναστηράκι Αμαρίου (1597‑1613) (επιμ.) Bakker W.F. - Gemert Arnold F.van, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ρέθυμνο, 1987, αριθμός 741, Πώληση αμπελιού, στίχ. 22, σελ. 643 @anemi.lib.uoc.gr στην πρωτότυπη γραφή τους.
    καὶ το μουσχάρι δότομο να σπέρνι,
    ※  17ος αιώνας Μάρκος-Αντωνίος Φώσκολος, Φορτουνάτος, έμμετρη κωμωδία, Πράξη Ε', στίχ. 102 (99-102) @anemi.lib.uoc.gr
    ἐγὼ μὲ πόθο μου ἄμετρο κι ἀγάπη μου μεγάλη
    μέσα στὰ φυλλοκάρδια μου κʼ εἰς τὴ δική μου ἀγκάλη
    μὲ διάξες, τάξες, καὶ ἀρετές ὁμορφανάθρεψά το,
    καὶ δότομο, σὰν τὸ θωρεῖς, ὡς ἐδεπὰ ἔφερά το,
    Φώσκολος, Μάρκος Αντώνιος,1597-1662, Φορτουνάτος :Κωμωδία ανέκδοτος /Μάρκου Αντωνίου Φώσκολου, το πρώτον εκ του αυτόγραφου του ποιητού εκδιδομένη υπό Στεφ. Ξανθουδίδου, εκδόσεις: ¨Ελευθερουδάκης¨, Αθήνα 1922, σελ. 166.
  2. που βρίσκεται στην κατάλληλη ηλικία για γάμο
    ※  16ος/17ος αιώνας Γεώργιος Χορτάτσης, Ερωφίλη, τραγωδία, Πράξη Α', στίχ. 538 (537-540) @anemi.lib.uoc.gr
    Τώρʼ ἁποῦ σφίγγουσιν ἐμὲ τὰ γερατεῖα, κʼ ἐκείνη
    δότομ’ οἱ χρόνοι πλειότερα τὴν κάμασι κ’ ἐγίνη,
    μοῦ φαίνεται πῶς εἶν’ πρεπὸ καὶ δίκῃο νὰ γυρέψω
    κανένα ἄξιο βασιλειὸ γοργὸ νὰ τὴν παντρέψω.
    Η Ερωφίλη :Τραγωδία /Γεωργίου Χορτάτση, εκδιδομένη υπό Κ. Ν. Σάθα.Εν Βενετία :Τύποις Φοίνικος,1878, σελ. 35.
    ※  17ος αιώνας Μάρκος-Αντωνίος Φώσκολος, Φορτουνάτος, έμμετρη κωμωδία, Πράξη Α', στίχ. 285 (282-285) @anemi.lib.uoc.gr
    καὶ ἐμπαίνοντας σὲ ἀθιβολὲς τςὶ λέγω μιὰν ἡμέρα,
    γιάντα τὴ πλουμισμένη τςι κι ὅμορφη θυγατέρα
    ἀκόμη ὥς τὴ σήμερο δὲν ἔχει παντρεμένη,
    μ’ ὅλον ὁπού ʼναι δότομη γυναῖκα καμωμένη·
    Φώσκολος, Μάρκος Αντώνιος,1597-1662, Φορτουνάτος :Κωμωδία ανέκδοτος /Μάρκου Αντωνίου Φώσκολου, το πρώτον εκ του αυτόγραφου του ποιητού εκδιδομένη υπό Στεφ. Ξανθουδίδου, εκδόσεις: ¨Ελευθερουδάκης¨, Αθήνα 1922, σελ. 54.
  3. (για χωράφια) έτοιμος για καρποφορία, κατάλληλος για γεωργικές εργασίες
    ※  16ος/17ος αιώνας Βαρούχας, Μανόλης. Νοταριακές πράξεις, Μοναστηράκι Αμαρίου (1597‑1613) (επιμ.) Bakker W.F. - Gemert Arnold F.van, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ρέθυμνο, 1987, αριθμός 333, Εμφύτευση χωραφιού, στίχ. 8, (6-8), σελ. 315 @anemi.lib.uoc.gr στην πρωτότυπη γραφή τους.
    καὶ να ῆναι ὁπλεγάδος ὁ άνοθεν κυρ-Γε|ώργις να δίδι καὶ να πλερόνι τοῦ άνοθεν αφέντι Κατερί κάθα χρόνο κὰθα μήνα Ἄγουστο στάρι δέ φέρμον μουζούρια γ', τρία, ρίγλο, ὁσάν τό ʼπερνε καὶ προτίτερας, | ὄστε να γενή ἀμπέλλι τοῦ καρπού στο ἦδιον χωραφι, καὶ, γίνοντας τʼ αμπέλλι, να ξεπεύτι το στάρι ὅ,τι ἦθελεν φανή καὶ ῆναι δότομο να πλερόνι,

Κλιτικοί τύποι

επεξεργασία
  • δότομη (ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού θηλυκού γένους)
  • δότομο (ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού ουδετέρου γένους)
  • δότομα (ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού ουδετέρου γένους)