δολερά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαδολερά < δολερός
Επίρρημα
επεξεργασίαδολερά
- με δόλο
Μεταφράσεις
επεξεργασία δολερά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαδολερά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του δολερό