δικαιολογήσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαδικαιολογήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος δικαιολογώ
- θα δικαιολογήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος δικαιολογώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαδικαιολογήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του δικαιολόγηση