διαλεκτικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαδιαλεκτικά < διαλεκτικός
Επίρρημα
επεξεργασίαδιαλεκτικά
- ως προς τη διαλεκτική
Μεταφράσεις
επεξεργασία διαλεκτικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαδιαλεκτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του διαλεκτικό