Ετυμολογία

επεξεργασία

δεκαπλά < δεκαπλός

  Επίρρημα

επεξεργασία

δεκαπλά

  • δέκα φορές ή με δέκα διαφορετικούς τρόπους ή για δέκα διαφορετικούς λόγους

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

δεκαπλά