Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

δίγραμμη επιταγή < δίγραμμη + επιταγή· ενδεχομένως μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική crossed cheque

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

δίγραμμη επιταγή θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία