Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

γυμνάσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος γυμνάζω
  2. θα γυμνάσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος γυμνάζω

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

γυμνάσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του γύμναση