γλύμμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- γλύμμα < αρχαία ελληνική γλύμμα
Ουσιαστικό επεξεργασία
γλύμμα ουδέτερο
Συγγενικά επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
γλύμμα < γλύφ-μα < γλύφω
Ουσιαστικό επεξεργασία
γλύμμα ουδέτερο