βρισιές
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
βρισιές
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του βρισιά
Μεταφράσεις επεξεργασία
- αγγλικά : vulgar tongue (en), vulgar language (en), ευφημισμός: colourful language (en), colorful language (en), low language (en)