Ετυμολογία

επεξεργασία
αἶψα < λείπει η ετυμολογία

  Επίρρημα

επεξεργασία

αἶψα

  • αμέσως, γρήγορα, ευθύς, ξαφνικά
    ※  8ος πκε αιώνας   Ὅμηρος, Ἰλιάς, 1 (Α. Λοιμός. Μῆνις.), στίχ. 303
    αἶψά τοι αἷμα κελαινὸν ἐρωήσει περὶ δουρί.»
    ευθύς το μαύρο αίμα σου στην λόγχην μου θα τρέξει».
    Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
    ※  8ος πκε αιώνας   Ὅμηρος, Ἰλιάς, 19 (Τ. Μήνιδος ἀπόρρησις.), στίχ. 221 (στίχοι 221-223)
    αἶψά τε φυλόπιδος πέλεται κόρος ἀνθρώποισιν, | ἧς τε πλείστην μὲν καλάμην χθονὶ χαλκὸς ἔχευεν, | ἄμητος δ᾽ ὀλίγιστος,
    του ανθρώπου γρήγορ᾽ έρχεται ο κόρος του πολέμου, | περισσές όπου οι καλαμιές κομμένες πέφτουν χάμου | και ολίγος είναι ο θερισμός,
    Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
    ※  7ος πκε αιώνας Ἡσίοδος, Θεογονία, 87 (86-87)
    ὁ δ᾽ ἀσφαλέως ἀγορεύων | αἶψά τι καὶ μέγα νεῖκος ἐπισταμένως κατέπαυσε·
    Αυτός σαν αγορεύει αλάθητα | γοργά κι επισταμένα καταπαύει ακόμη και φιλονικία μεγάλη
    Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
    ※  2ος πκε αιώνας, επιγραφή, Στήλη με χαραγμένο ίαμα. @greek-language.gr
    Δήμανδρον Καλάβιος Γορτύνιον ἰσ[χι]-
    [α]λγικὸν γενόμενον προσέταξε ἀπο[μο]-
    λὲν ἐς Λεβήναν ὅτι θεραπεύσειν· αἶ[ψα]
    δʼ εὐθόντα ἔταμε καθʼ ὕπνον χὐγιὴς ἐ[γέ]-
    νετο.
    [Ο θεός Ασκληπιός] παρήγγειλε στον Δήμανδρο του Καλάβιος από τη Γόρτυνα (της Κρήτης),
    που έπασχε από ισχιαλγία, να πάει
    στη Λεβήνα, για να τον θεραπεύσει. Μόλις
    έφθασε, τον χειρούργησε στον ύπνο του και έγινε υγιής.
    Έκδ. IC I xvii 9. M. Guarducci, Lʼ Epigrafia Greca dalle origini al tardo impero, Roma 1987, 305.
    ΣτΕ: Η στήλη βρέθηκε στο Ασκληπιείο της Λεβήνας στην Κεντρική Κρήτη. Είναι αξιοσημείωτο ότι η θεραπεία του ασθενή έγινε κατά τη διάρκεια του ύπνου.

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Παράγωγα

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία