Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ὀτραλέως < λείπει η ετυμολογία

  Επίρρημα επεξεργασία

ὀτραλέως

  • γρήγορα
    ※  8ος αιώνας   Ὅμηρος, Ἰλιάς, 19 (Τ. Μήνιδος ἀπόρρησις.), στίχ. 317 (στίχοι 315-317)
    ἦ ῥά νύ μοί ποτε καὶ σύ, δυσάμμορε, φίλταθ᾽ ἑταίρων, | αὐτὸς ἐνὶ κλισίῃ λαρὸν παρὰ δεῖπνον ἔθηκας | αἶψα καὶ ὀτραλέως,.
    Άλλοτε, άμοιρε και συ, ω φίλε της καρδιάς μου, | εδώ το γεύμα ευτρέπιζες γρήγορος και όπως πρέπει,
    Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
    ※  7ος↑ αιώνας Ἡσίοδος, (αποδίδεται) Ἀσπὶς Ἡρακλέουςw, 410 (410-411)
    οἳ δ᾽ ὀτραλέως ἐνόησαν, | ἐσσυμένως δέ οἱ ἀμφὶ μάχην δριμεῖαν ἔθεντο·
    Μα εκείνα γοργά το αντιλήφθηκαν | κι όλο ορμή δριμεία μάχη έστησαν γι᾽ αυτό.
    Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία