Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αχνοδιαγράφω < αχνο- + διαγράφω < αρχαία ελληνική διαγράφω < διά + γράφω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.xno.ði̯aˈɣɾa.fo/ & /a.xno.ðʝaˈɣɾa.fo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐χνο‐δι‐α‐γρά‐φω

  Ρήμα επεξεργασία

αχνοδιαγράφω

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία