Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αφενός < ἀφ' ἑνός → δείτε τις λέξεις ἀπό και εἷς

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.feˈnos/

  Σύνδεσμος επεξεργασία

αφενός (αντιθετικός)

  • (λόγιο) από τη μια (πλευρά ή μεριά)
    Οι αυξήσεις των τιμών δικαιολογούνται αφενός μεν από την άνοδο της τιμής του πετρελαίου, αφετέρου δε, από τις πτωτικές τάσεις του ευρώ.

Σημειώσεις επεξεργασία

  • χρησιμοποιείται στο σχήμα "αφενός μεν... αφετέρου δε...", συνδέοντας παρατακτικά δύο ισοδύναμους συντακτικά όρους

Άλλες μορφές επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία