Ετυμολογία

επεξεργασία
αφενός < ἀφ' ἑνός  δείτε τις λέξεις ἀπό και εἷς

Σύνδεσμος

επεξεργασία

αφενός (αντιθετικός)

  • (λόγιο) από τη μια (πλευρά ή μεριά)
      Οι αυξήσεις των τιμών δικαιολογούνται αφενός μεν από την άνοδο της τιμής του πετρελαίου, αφετέρου δε, από τις πτωτικές τάσεις του ευρώ.

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • χρησιμοποιείται στο σχήμα "αφενός μεν... αφετέρου δε...", συνδέοντας παρατακτικά δύο ισοδύναμους συντακτικά όρους

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία