Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αφειδώς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
αφειδώς
<
αρχαία ελληνική
ἀφειδῶς
<
ἀφειδής
<
ἀ-
στερητικό
+
φείδομαι
Επίρρημα
επεξεργασία
αφειδώς
με
γενναιοδωρία
,
σπατάλη
,
άφθονα
, χωρίς
φειδώ
μοίραζε
αφειδώς
τις υποσχέσεις
απερίσκεπτα
,
ασύνετα
Συνώνυμα
επεξεργασία
αφειδόλευτα
Συγγενικά
επεξεργασία
αφειδής
→
δείτε
τη λέξη
φειδώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αφειδώς
αγγλικά
:
profusely
(en)
γαλλικά
: á
profusion
(fr)