Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αυτοκαταξιώνω < αυτο- + καταξιώνω

  Ρήμα επεξεργασία

αυτοκαταξιώνω[1]

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  1. αυτοκαταξιώνωΓεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας