Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αυταπατώμαι < αυταπάτη + -ώμαι

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.fta.paˈto.me/

  Ρήμα επεξεργασία

αυταπατώμαι

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία