ασφαλιστικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
ασφαλιστικά < ασφαλιστικός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
ασφαλιστικά
Μεταφράσεις επεξεργασία
ασφαλιστικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
ασφαλιστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ασφαλιστικό