αρκτικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίααρκτικά < αρκτικός + -ά < αρχαία ελληνική ἀρκτικός < ἄρκτος
Επίρρημα
επεξεργασίααρκτικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία αρκτικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίααρκτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αρκτικό