απομαγνητοφωνήσεις
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
απομαγνητοφωνήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος απομαγνητοφωνώ
- θα απομαγνητοφωνήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος απομαγνητοφωνώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
απομαγνητοφωνήσεις θηλυκό