αποζημιώσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
αποζημιώσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποζημιώνω
- θα αποζημιώσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποζημιώνω
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασία
αποζημιώσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αποζημίωση