Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αποδιεθνοποιήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποδιεθνοποιώ
  2. θα αποδιεθνοποιήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποδιεθνοποιώ

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

αποδιεθνοποιήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αποδιεθνοποίηση