αντιρρευματικό
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίααντιρρευματικό
- παλαιότερη γραφή του αντιρευματικό με δύο ρρ
- αιτιατική ενικού του αντιρρευματικός
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του αντιρρευματικός