Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αντικατασταίνω < αρχαία ελληνική ἀντικαθίστημι + -αίνω

  Ρήμα επεξεργασία

αντικατασταίνω

  Μεταφράσεις επεξεργασία