Ετυμολογία

επεξεργασία
αντικατασταίνω < λείπει η ετυμολογία
ΔΦΑ : /an.di.ka.taˈste.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αντικατασταίνω

αντικατασταίνω, αόρ.: αντικατάστησα, παθ.φωνή: αντικατασταίνομαι, π.αόρ.: αντικαταστάθηκα, μτχ.π.π.: αντικαταστημένος Συγκρίνετε με το αντικαθιστώ.

Μεταφράσεις

επεξεργασία