Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αντηχήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αντηχώ
  2. θα αντηχήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αντηχώ

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

αντηχήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αντήχηση