αντίψυχα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίααντίψυχα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αντίψυχος
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίααντίψυχα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αντίψυχο