ανθολογήσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαανθολογήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ανθολογώ
- θα ανθολογήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ανθολογώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαανθολογήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ανθολόγηση