Ετυμολογία

επεξεργασία
αναπαριστάνω < αναπαριστώ

αναπαριστάνω , πρτ.: αναπαρίστανα, στ.μέλλ.: θα αναπαραστήσω, αόρ.: αναπαρέστησα και αναπαράστησα, παθ.φωνή: αναπαριστάνομαιμτχ αναπαριστάνοντας


Ταυτόσημο

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία