Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αναμοχλεύω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
αναμοχλεύω
<
αρχαία ελληνική
ἀναμοχλεύω
<
ἀνά
+
μοχλός
Ρήμα
επεξεργασία
αναμοχλεύω
επαναφέρω
στην επιφάνεια παλιές και ξεχασμένες ιστορίες, έριδες, πάθη κλπ
Συνώνυμα
επεξεργασία
ανακινώ
υποδαυλίζω
Συγγενικά
επεξεργασία
αναμόχλευση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αναμοχλεύω
αγγλικά
:
rake up
(en)
γαλλικά
:
ranimer
(fr)
,
raviver
(fr)
,
remuer
(fr)
ιταλικά
:
rastrellare
(it)