αιμοστατικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίααιμοστατικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αιμοστατικό, ουδέτερο του αιμοστατικός
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίααιμοστατικά ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αιμοστατικό