Ετυμολογία

επεξεργασία
ένθετο < ένθετο έντυπο

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ένθετο ουδέτερο

  • συνοδευτικό έντυπο το οποίο δίνεται μαζί με κάποιο άλλο έντυπο και μπορεί να βρίσκεται ενσωματωμένο στο κύριο έντυπο, έτσι ώστε να μπορεί να αποσπαστεί εύκολα, ή βρίσκεται, τουλάχιστον, στην ίδια συσκευασία με αυτό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

ένθετο