ένθετο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ένθετο < ένθετο έντυπο
Ουσιαστικό
επεξεργασίαένθετο ουδέτερο
- συνοδευτικό έντυπο το οποίο δίνεται μαζί με κάποιο άλλο έντυπο και μπορεί να βρίσκεται ενσωματωμένο στο κύριο έντυπο, έτσι ώστε να μπορεί να αποσπαστεί εύκολα, ή βρίσκεται, τουλάχιστον, στην ίδια συσκευασία με αυτό
Μεταφράσεις
επεξεργασία ένθετο
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαένθετο