Ετυμολογία

επεξεργασία
άναρθρα < άναρθρος

  Επίρρημα

επεξεργασία

άναρθρα

  1. για να χαρακτηρίσει εκφορά λόγου χωρίς άρθρο
    Εκφέρεται έναρθρα και κατά περίπτωση άναρθρα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

άναρθρα