έναρθρα
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- έναρθρα < έναρθρος
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
έναρθρα
- για να χαρακτηρίσει έναρθρη εκφορά λόγου, σε αντιδιαστολή προς το άναρθρα
- Οταν η λέξη αυτός εκφέρεται έναρθρα σημαίνει ταυτότητα, ο ίδιος και ο αυτός, όχι άλλος
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
έναρθρα
Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία
έναρθρα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του έναρθρο