Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Χιονάκου < γενική ενικού του αρσενικού Χιονάκος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /çoˈna.ku/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Χιο‐νά‐κου

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Χιονάκου θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Χιονάκου αρσενικό