Τοντόροβα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασία- Τοντόροβα < μεταγραφή για τη βουλγαρική Тодорова (Tódorova)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤοντόροβα θηλυκό (αρσενικό: Τοντόροφ, σύμφωνα με τον τονισμό στη βουλγαρική: Τόντοροφ)
Ετυμολογία 2
επεξεργασία- Τοντόροβα < (μεταγραμματισμός) βουλγαρική Тодорова (Tódorova), ενδεχομένως από την αγγλική Todorova
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤοντόροβα θηλυκό
Μεταγραφές
επεξεργασία- ως ελληνικό επώνυμο: