Τζαμαρία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Τζαμαρία < γενική ενικού του αρσενικού Τζαμαρίας
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /d͡za.maˈɾi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τζα‐μα‐ρί‐α
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Τζαμαρία θηλυκό άκλιτο