ΤΕΠ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ΤΕΠ < Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών
Προφορά επεξεργασία
Συντομομορφή επεξεργασία
Τ.Ε.Π. ουδέτερο ακρωνύμιο
- (ιατρική) τμήμα νοσοκομείου το οποίο υποδέχεται ασθενείς σε επείγουσα κατάσταση
- ※ Την άνοιξη αναμένεται να ξεκινήσει η λειτουργία των νέων Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) στα νοσοκομεία, ενός θεσμού που στοχεύει στην καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών και στον περιορισμό των «πλασματικά» επειγουσών εισαγωγών.
- Πέννυ Μπουλούτζα, Την άνοιξη τα νέα «επείγοντα» νοσοκομείων, Η Καθημερινή, 18 Ιανουαρίου 2003
- ※ Την άνοιξη αναμένεται να ξεκινήσει η λειτουργία των νέων Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) στα νοσοκομεία, ενός θεσμού που στοχεύει στην καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών και στον περιορισμό των «πλασματικά» επειγουσών εισαγωγών.