Ετυμολογία

επεξεργασία
Σκαραμαγκόφκα < (άμεσο δάνειο) ρωσική Скараманговка, από τον Χιώτη μεγαλέμπορο Ιωάννη Εμμανουήλ [Ιβάν Μανούλιτς] Σκαραμαγκά (1815-1901)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Σκαραμαγκόφκα θηλυκό

  • περιοχή της Ρωσίας στην Ευρώπη, κοντά στην πόλη Ταγκανρόγκ (Таганрог) της Αζοφικής Θάλασσας
    ※  […] αγοράζει κτηματικές εκτάσεις (το σημερινό τοπωνύμιο Σκαραμαγκόφκα θυμίζει το πέρασμά του)
    Ολυμπία Σελέκου, Η καθημερινή ζωή των Ελλήνων της διασποράς. Δημόσιος και ιδιωτικός βίος (19ος-αρχές του 20ού αιώνα). Αθήνα: Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, 2004, ISBN 960-7093-85-2), σ. 46.

Δείτε επίσης

επεξεργασία