Σκαραμαγκά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Σκαραμαγκά < γενική ενικού του αρσενικού Σκαραμαγκάς
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ska.ɾa.maŋˈɡa/ & /ska.ɾa.maˈɡa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σκα‐ρα‐μα‐γκά
Κύριο όνομα επεξεργασία
Σκαραμαγκά θηλυκό, άκλιτο
Άλλες γραφές επεξεργασία
- Σκαραμαγγά (παρωχημένη)
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Σκαραμαγκά αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Σκαραμαγκάς