Σερζ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Σερζ < (άμεσο δάνειο) γαλλική Serge
Μεταγραφή επεξεργασία
Σερζ αρσενικό, άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Σερζ Γκενσμπούρ στη Βικιπαίδεια (1928-1991), Γάλλος τραγουδοποιός
Δείτε επίσης : σερζ |
Σερζ αρσενικό, άκλιτο