Δείτε επίσης: σαλαμούρα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σαλαμούρα < γενική ενικού του αρσενικού Σαλαμούρας

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /sa.laˈmu.ɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σα‐λα‐μού‐ρα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σαλαμούρα θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Σαλαμούρα αρσενικό