Μπότσαρη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μπότσαρη < γενική ενικού του αρσενικού Μπότσαρης
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈbo.t͡sa.ɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπό‐τσα‐ρη
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜπότσαρη θηλυκό, άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΜπότσαρη αρσενικό