Μπούρου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Μπούρου < γενική ενικού του αρσενικού Μπούρος
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈbu.ɾu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπού‐ρου
- τονικό παρώνυμο: μπουρού
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Μπούρου θηλυκό άκλιτο